Η δεύτερη χώρα του κόσμου που ενέκρινε το εμβόλιο κατά του κορονοϊού των Pfizer/BioNtech έγινε ο Καναδάς, σύμφωνα με πληροφορίες που μεταδίδουν τα διεθνή μέσα ενημέρωσης.
«Η υπηρεσία Υγείας του Καναδά δέχτηκε αίτημα της Pfizer στις 9 Οκτωβρίου και έπειτα από ενδελεχή, ανεξάρτητη διερεύνηση των δεδομένων αποφάσισε ότι το εμβόλιο Pfizer/BioNTech πληροί τις αυστηρές απαιτήσεις της υπηρεσίας για ασφάλεια, αποτελεσματικότητα και ποιότητα προκειμένου να χρησιμοποιηθεί στη χώρα», αναφέρει σχετική ανακοίνωση της ρυθμιστικής αρχής που γνωστοποίησε την απόφαση.
Το εμβόλιο της Pfizer για τον κορονοϊό εγκρίθηκε επίσημα στον Καναδά, με τους αξιωματούχους του κλάδου Υγείας να χαιρετίζουν την κίνηση ως ένα “κρίσιμο ορόσημο” στη μάχη για να τεθεί υπό έλεγχο η πανδημία.
O κυβερνητικός Οργανισμός Health Canada ολοκλήρωσε την αξιολόγηση των κλινικών δεδομένων που υπέβαλαν η Pfizer και η BioNTech και έκρινε το πολυναμενόμενο εμβόλιο ως ασφαλές για χρήση.
“Η συνεχιζόμενη πανδημία της covid-19 έχει σημαντικό αντίκτυπο στη δημόσια υγεία”, σημειώνει η ρυθμιστική αρχή στην απόφαση με την οποία εγκρίνει τη χρήση του εμβολίου. “Η διαθεσιμότητα ενός ασφαλούς και αποτελεσματικού εμβολίου θα μειώσει την εξάπλωση και σφοδρότητα της ασθένειας και θα μειώσει τις κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες”.
Το γεγονός λαμβάνει χώρα μια μόλις ημέρα μετά την έναρξη των μαζικών εμβολιασμών στη Βρετανία. Χθες Τρίτη, στη χώρα, η 90χρονη, Μάργκαρετ Κίναν, έγινε το πρώτο άτομο στον κόσμο που έλαβε το σκεύασμα στο πλαίσιο του προγράμματος μαζικού εμβολιασμού. Η κ. Κίναν, η οποία έζησε στο Κόβεντρι για έξι δεκαετίες, αλλά κατάγεται από το Eniniskillen της Βόρειας Ιρλανδίας, έλαβε το εμβόλιο από τη νοσοκόμα May Parsons στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο της πόλης στις 6.31 π.μ.
Η Βρετανία έχει εξασφαλίσει 40 εκατομμύρια δόσεις του εμβολίου, το οποίο σύμφωνα με τα προκαταρκτικά αποτελέσματα των κλινικών δοκιμών αποτρέπει το 95% των μολύνσεων κορονοϊού. Την Τετάρτη ωστόσο, η βρετανική Ρυθμιστική Αρχή Φαρμάκων και Προϊόντων Υγείας ανακοίνωσε πως όσοι έχουν ιστορικό σοβαρών αλλεργικών αντιδράσεων δεν θα πρέπει να εμβολιαστούν, τουλάχιστον μέχρι να συγκεντρωθούν περισσότερα δεδομένα.